Πολλά άτομα, όταν έχουν πόνο στις αρθρώσεις, πιστεύουν ότι υποφέρουν από ρευματισμούς. Οι ρευματολογικές παθήσεις παρουσιάζουν χρόνιο πόνο και οίδημα στις αρθρώσεις και στους τένοντες. Όπως η απλή εκφυλιστική αρθρίτις, ή οι απλές τενοντίτιδες που εμείς οι ορθοπεδικοί συναντάμε. Η εκφυλιστική αρθρίτιδα, ή, οστεοαρθρίτιδα, ή, άλατα, οφείλεται στην φθορά των αρθρώσεων με την ηλικία και την χρήση. Με αυτές ασχολούνται οι ορθοπεδικοί. Οι ρευματολογικές παθήσεις, που είναι αντικείμενο των ρευματολόγων, παρουσιάζουν φθορά πολλών αρθρώσεων και είναι αποτέλεσμα γενικευμένης νόσου. Πολλές φορές υπάρχει κληρονομική προδιάθεση. Στις ρευματολογικές παθήσεις, ο ρόλος του ορθοπεδικού, περιορίζεται στην αποκατάσταση λειτουργίας των αρθρώσεων, κυρίως χειρουργικά. Τα ρευματολογικά νοσήματα, αρχίζουν σε μικρότερες ηλικίες απ’ ότι η εκφυλιστική αρθρίτιδα, η κλινική εικόνα που παρουσιάζουν είναι χαρακτηριστική, και στις περισσότερες περιπτώσεις, έχουν παθολογικές αιματολογικές εξετάσεις. Σε περιπτώσεις που ο αιματολογικός έλεγχος είναι αρνητικός, χρειάζεται σημαντική κλινική εμπειρία, ώστε να αποκλειστούν πολλαπλές παθολογικές καταστάσεις και χαρακτηριστεί ο πάσχων, ως άτομο με ρευματολογική πάθηση μη συγκεκριμένου τύπου, π.χ. ένα άτομο μπορεί να έχει πόνο στα χέρια λόγω πιέσεως του μέσου νεύρου έστω και με αρνητικό ηλεκτρομυογράφημα και φλεβική ανεπάρκεια στα κάτω ακρα λόγω αυξημένου βάρους. Το άτομο αυτό, θα προσέλθει στο γιατρό λόγω άλγους όλων των αρθρώσεων, δίχως όμως να πάσχει από ρευματολογικό νόσημα. Οι κύριες ρευματολογικές παθήσεις είναι, η ρευματοειδής αρθρίτις, η αγγειλοποιητική σπονδυλίτις, το σύνδρομο Reiter, η νεανική χρονία πολυαρθρίτις, ο ερυθηματώδης λύκος, η ουρική αρθρίτις, και η ψωριασιακή αρθρίτις. Η ρευματολογικές παθήσεις είναι σχετικά σπάνιες στην Ελλάδα.